Μετάβαση στο περιεχόμενο

13. Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας – capital ratio

Tiles in a Museum της Μαρίας Θεοφάνους

Από το ξεκίνημα της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008 ξεκίνησε μια προσπάθεια αυστηρότερης ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού τομέα, έτσι ώστε να να αποφευχθούν παρόμοια προβλήματα στο μέλλον. Σε αυτό το πλαίσιο προωθήθηκε η βελτίωση της κεφαλαιακής επάρκειας των χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Ακούγοντας αυτή τη γενική διατύπωση σκέφτεται κανείς ότι αφού οι τράπεζες θα έχουν περισσότερα κεφάλαια, άρα θα είναι πιο ανθεκτικές στους κλυδωνισμούς της αγοράς. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Ας εξετάσουμε λεπτομερειακά το σημαντικότερο χρηματοοικονομικό δείκτη που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της καλής χρηματοοικονομικής κατάστασης των τραπεζών, τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας.

Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας είναι ο λόγος του κεφαλαίου μιας επιχείρησης προς τα δάνεια τα οποία έχει χορηγήσει. Το επιθυμητό μέγεθος που πρέπει να επιτευχθεί από τις τράπεζες είναι 10% αυτό σημαίνει ότι αν έχουν χορηγήσει δάνεια 100 εκατομμυρίων ευρώ, θα πρέπει να διαθέτουν κεφάλαια τουλάχιστον 10 εκατομμυρίων. Πως όμως διασφαλίζεται έτσι ο καταθέτης; Σε περίπτωση τραπεζικού πανικού οι καταθέτες θα σπεύσουν στις τράπεζες για να αποσύρουν τις καταθέσεις τους. Τα προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα σε περίπτωση τραπεζικού πανικού έχουν αναλυθεί σε προηγούμενο άρθρο. Τα μέτρα που είχαμε περιγράψει συνοψίζονταν σε δύο βασικές συνισταμένες. Ρευστότητα και εμπιστοσύνη. Φαινομενικά η κεφαλαιακή επάρκεια στοχεύει στην ρευστότητα.

Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική. Λογιστικά κεφάλαιο μιας επιχείρησης είναι η συνεισφορά των μετόχων της. Αυτή η συνεισφορά αρχικά καταβάλλεται σε μετρητά. Στην πορεία όμως μετατρέπεται σε κτίρια, εξοπλισμό, πληροφοριακά συστήματα και όλα τα μέσα που επιτρέπουν σε μια τράπεζα να λειτουργήσει. Αν η τράπεζα χρειαστεί ρευστότητα αυτά τα στοιχεία δεν είναι άμεσα ρευστοποιήσιμα. Αλλά ακόμα και αν η τράπεζα χρεοκοπήσει δε θα χρειαστεί να αποζημιώσει τους έχοντες λάβει δάνεια, αλλά τους καταθέτες. Αν ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας στόχευε στην εξυπηρέτηση του κοινού θα έπρεπε να έχει τις καταθέσεις στον παρανομαστή και όχι τα δάνεια.

Η ρευστότητα που διαθέτουν οι τράπεζες κατά κανόνα δεν προέρχεται από τα κεφάλαιά της, αλλά από τις καταθέσεις που έχει στην κατοχή της. Μια αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, βέβαια σε μια εποχή που μια τράπεζα χρειάζεται ρευστότητα, θα της τα προσφέρει.

Γιατί όμως έχει αναδειχτεί κυρίαρχος ένας δείκτης που καταμετρά τα κεφάλαια της τράπεζας, και τα δάνεια που έχει χορηγήσει; Τα δάνεια που έχουν χορηγηθεί αποτελούν χρήμα που έχει ήδη δημιουργηθεί. Τα κεφάλαια δεν είναι άμεσα ρευστοποιήσιμα. Πως προστατεύει ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας τις καταθέσεις; Δεν θα ήταν απλούστερο να αυξανόταν τα υποχρεωτικά αποθεματικά;

Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα είναι ότι ο δείκτης αυτός δε χρησιμοποιείται για την προστασία των καταθετών. Έχουμε περιγράψει σε προηγούμενο άρθρο τον τρόπο με τον οποίο το τραπεζικό σύστημα δημιουργεί χρήμα μέσω του δανεισμού. Στην πραγματικότητα όλα τα χρήματα προέρχονται από δάνεια και η αποπληρωμή αυτών των δανείων απαιτεί νέα δάνεια κοκ. Αυτό σημαίνει ότι η ποσότητα των δανικών σε μια οικονομία θα πρέπει να αυξάνεται συνεχώς, κάτι που θα πρέπει να συμβαίνει και στις εμπορικές τράπεζες. Θέτοντας όμως ένα στόχο κεφαλαιακής επάρκειας υποχρεώνεις τις εμπορικές τράπεζες να αυξάνουν συνεχώς τα κεφάλαιά τους ανάλογα με την ποσότητα δανείων που έχουν χορηγήσει. Τα κεφάλαια θα πρέπει να αυξάνονται ταυτόχρονα με το νέο δανεισμό και επειδή δεν τίθεται περιορισμός στο πως θα επενδυθούν, δεν διασφαλίζεται η επί πλέον ρευστότητα που θα ήταν επιθυμητή σε περίπτωση τραπεζικού πανικού.

Στην πράξη αυτός ο δείκτης επιβάλλεται στην παρούσα συγκυρία για να αναγκάσει τις τράπεζες να προβούν σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου σε περιόδους που η χρηματιστηριακή τιμή των μετοχών τους είναι χαμηλή, έτσι ώστε να αλλάξει δραστικά η μετοχική τους σύνθεση. Οι τωρινοί ιδιοκτήτες τους, οι Έλληνες τραπεζίτες ούτως ή άλλως κατέχουν ένα μικρό ποσοστό τους. Μετά την ανακεφαλαιοποίηση θα χάσουν παντελώς τον έλεγχο προς όφελος οποιουδήποτε έχει την απαραίτητη ρευστότητα για να συμμετέχει στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου στην οποία αναγκαστικά θα προβούν.

Σχολιάστε