Η δομή του τραπεζικού συστήματος στην Ελλάδα και η αδυναμία χρηματοδότησης της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας

Με τη χώρα να μπαίνει σε μια τροχιά φαινομενικής ανάκαμψης, καθώς τα επιτόκια δανεισμού της πέφτουν κάτω της μονάδας και για την ώρα επιτυγχάνουμε συστηματικά τεράστια πρωτόγεννη πλεονάσματα είναι κατάλληλη στιγμή να στρέψουμε τη ματιά μας στις τράπεζες και το ρόλο που καλούνται να παίξουν στη χρηματοδότηση της οικονομίας.
Παρά τη φαινομενική οριακή ανάκαμψη το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας ακόμη παραπαίει. Τα κόκκινα δάνεια είναι ένας γρίφος που ακόμη δεν έχει λυθεί. Το ύψος τους φέρεται να κυμαίνεται γύρω στα 80 δισεκατομμύρια επί του συνόλου των 171 περίπου δισεκατομμυρίων. Το νούμερο βέβαια των 80 δισεκατομμυρίων είναι απλώς μια εκτίμηση. Κόκκινα θεωρούνται τα δάνεια στα οποία ο οφειλέτης δεν έχει κάνει καμία πληρωμή τους τελευταίους τρεις μήνες. Ένα επιχειρηματικό δάνειο, το οποίο δεν έχει σταθερή περίοδο αποπληρωμής, όπως ένα στεγαστικό ή καταναλωτικό μπορεί να ρυθμιστεί από την τράπεζα με τρόπο με τον οποίο να πάψει να φαίνεται κόκκινο. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι το δάνειο παύει να είναι κόκκινο.
Δεν είναι βέβαια μόνο τα κόκκινα δάνεια που αποτρέπουν τη σωστή χρηματοδότηση της οικονομίας. Η Ελλάδα, η οποία είναι μια χώρα με ασυνήθιστα για τον δυτικό κόσμο επίπεδα αυτοαπασχολούμενων ελεύθερων επαγγελματιών[1] και μικρών επιχειρήσεων έχει έναν τραπεζικό τομέα διαρθρωτικά ακατάλληλο για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες χρηματοδότησής τους. Ο παρακάτω πίνακας είναι εξαιρετικά διαφωτιστικός.
Χώρα | Αριθμός τραπεζών | Ενεργητικό σε δις Ευρώ (Δεκ 2019) | Πληθυσμός / τράπεζα |
Αυστρία | 544 | 869 | 15.288 |
Βέλγιο | 88 | 1.029,5 | 121.214 |
Βουλγαρία | 26 | 60,9 | 293.855 |
Γαλλία | 409 | 9.317,6 | 159.104 |
Γερμανία | 1584 | 8.311,1 | 51.806 |
Δανία | 98 | 1.194,2 | 56.239 |
Ελλάδα | 37 | 319,4 | 304.378 |
Εσθονία | 37 | 29,6 | 36.232 |
Ηνωμένο Βασίλειο | 390 | 9.743,6 | 156.667 |
Ιρλανδία | 327 | 1.252 | 13.765 |
Ισπανία | 200 | 2.678,6 | 230.789 |
Ιταλία | 508 | 3.724,2 | 117.924 |
Κροατία | 22 | 60,5 | 204.161 |
Κύπρος | 32 | 65,7 | 32.950 |
Λετονία | 54 | 22,7 | 41.872 |
Λιθουανία | 85 | 32 | 39.416 |
Λουξεμβούργο | 135 | 1.163,2 | 3.557 |
Μάλτα | 24 | 41,4 | 17.095 |
Ολλανδία | 93 | 2.414,9 | 177.336 |
Ουγγαρία | 60 | 132,5 | 167.183 |
Πολωνία | 647 | 488,9 | 58.934 |
Πορτογαλία | 141 | 388,3 | 75.723 |
Ρουμανία | 34 | 109,6 | 632.484 |
Σλοβακία | 27 | 86,5 | 199.239 |
Σλοβενία | 17 | 42,7 | 120.786 |
Σουηδία | 153 | 1.338,6 | 60.354 |
Τσεχία | 59 | 318,9 | 176.694 |
Φινλανδία | 257 | 652,2 | 20.740 |
(Πηγή: ΕΚΤ Aggregated balance sheet of MFIs & EU structural financial indicators Δεκ 2019)
Βλέπουμε λοιπόν ότι η Ελλάδα έχει ασυνήθιστα μικρό αριθμό τραπεζών για το μέγεθός της. Μόνο η Ρουμανία έχει λιγότερες τράπεζες αναλογικά.
Η εικόνα που παρουσιάζει η χώρα μας στον παραπάνω πίνακα είναι βεβαίως πλασματική. Όλοι γνωρίζουμε ότι τα τριάντα επτά ιδρύματα που έχουν τραπεζική άδεια και δραστηριοποιούνται στη χώρα μας είναι στην ουσία τα εξής τέσσερα και μισό. Οι υπόλοιπες άδειες αφορούν κάποιες μικρές συνεταιριστικές τράπεζες και υποκαταστήματα ξένων τραπεζών που δραστηριοποιούνται στη χώρα με ξεχωριστή άδεια. Στην πραγματικότητα σημαντική παρουσία έχουν μόνο οι τέσσερις «συστημικές» τράπεζες και σε μικρότερο βαθμό η Τράπεζα Αττικής. Ένα εξαιρετικά διαφωτιστικό στατιστικό είναι το ποσοστό του συνολικού ενεργητικού που κατέχουν οι πέντε μεγαλύτερες τράπεζες επί του συνόλου του τραπεζικού τομέα.
Χώρα | Αριθμός τραπεζών | Ποσοστό Ενεργητικού 5 μεγαλύτερων τραπεζών (2018) | Πληθυσμός |
Λουξεμβούργο | 135 | 26,3% | 480.222 |
Ιρλανδία | 327 | 46,1% | 4.501.000 |
Αυστρία | 544 | 36% | 8.316.487 |
Μάλτα | 24 | 77,5% | 410.290 |
Φινλανδία | 257 | 81,6% | 5.330.150 |
Κύπρος | 32 | 86,9% | 1.054.400 |
Εσθονία | 37 | 91% | 1.340.602 |
Λιθουανία | 85 | 90,9% | 3.350.400 |
Λετονία | 54 | 80,8% | 2.261.100 |
Γερμανία | 1.584 | 29,1% | 82.060.000 |
Δανία | 98 | 64,5% | 5.511.451 |
Πολωνία | 647 | 49,5% | 38.130.302 |
Σουηδία | 153 | 54,3% | 9.234.209 |
Πορτογαλία | 141 | 72,9% | 10.676.910 |
Ιταλία | 508 | 45,6% | 59.905.225 |
Σλοβενία | 17 | 60,8% | 2.053.355 |
Βέλγιο | 88 | 73,4% | 10.666.866 |
Ηνωμένο Βασίλειο | 390 | 31,8% | 61.100.000 |
Γαλλία | 409 | 47,8% | 65.073.482 |
Ουγγαρία | 60 | 50% | 10.031.000 |
Τσεχία | 59 | 64,5% | 10.424.926 |
Ολλανδία | 93 | 84,7% | 16.492.230 |
Σλοβακία | 27 | 75,6% | 5.379.455 |
Κροατία | 22 | 79,4% | 4.491.543 |
Ισπανία | 200 | 68,5% | 46.157.822 |
Βουλγαρία | 26 | 59,7% | 7.640.238 |
Ελλάδα | 37 | 96,8% | 11.262.000 |
Ρουμανία | 34 | 61,6% | 21.504.442 |
(Πηγή: ΕΚΤ EU structural financial indicators Δεκ 2019, Eurostat)
Βλέπουμε ότι στη χώρα μας οι πέντε μεγαλύτερες τράπεζες κατέχουν πάνω από το 95% των στοιχείων ενεργητικού του τραπεζικού τομέα στο σύνολό του. Ο συγκεντρωτισμός της αγοράς είναι εξαιρετικά μεγάλος και σε καμία άλλη χώρα δε φτάνει αυτό το τρομακτικό ποσοστό. Με εξαίρεση την Ολλανδία δε όλες οι άλλες χώρες με δείκτη συγκέντρωσης άνω του 80% έχουν πληθυσμό σημαντικά μικρότερο της Ελλάδας. Στη Γερμανία δε, όπου έχει την έδρα της η μεγαλύτερη μακράν της δεύτερης τράπεζα στην ΕΕ, η Deutsche Bank, δραστηριοποιούνται πάνω από 1.500 τράπεζες και οι πέντε μεγαλύτερες κατέχουν λιγότερο από το 30% της αγοράς.
Αυτές οι μικρές τοπικές τράπεζες είναι που χρηματοδοτούν τις γερμανικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αποτελούν πυλώνα σταθερότητας της οικονομίας. Τι πιο φυσικό για μια μικρομεσαία επιχείρηση να απευθυνθεί σε μια μικρομεσαία τράπεζα για τη χρηματοδότησή της.
Στην Ελλάδα αντίθετα δεν υπάρχουν μικρές και μικρομεσαίες τράπεζες στις οποίες να μπορούν να απευθυνθούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αντίθετα ένας μικρομεσαίος μπορεί να απευθυνθεί μόνο σε μια μεγάλη τράπεζα. Η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ τους είναι φύσει άνιση. Παρά τις διαφημίσεις με τους φιλικούς τραπεζικούς υπαλλήλους έτοιμους να στηρίξουν τον μικρομεσαίο, η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Οι τράπεζες στη χώρα σήμερα είναι πολύ πιο γραφειοκρατικές και από το ίδιο το δημόσιο. Όποιος έχει προσπαθήσει να πάρει επιχειρηματικό ή ακόμη και στεγαστικό δάνειο μετά το 2012 το γνωρίζει πολύ καλά. Οι διευθυντές των υποκαταστημάτων δεν εγκρίνουν πλέον σχεδόν τίποτε. Τα περισσότερα αιτήματα πρέπει να εγκριθούν κεντρικά.
Ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας που απευθύνεται σε μια τράπεζα για δάνειο δεν έχει επαφή με το στέλεχος που εξετάζει το αίτημά του. Από την πλευρά της μια μεγάλη τράπεζα δεν έχει σημαντικό κίνητρο να χρηματοδοτήσει ένα μικρομεσαίο. Η όλη δομή της είναι φτιαγμένη για να εξυπηρετεί μεγάλες επιχειρήσεις και αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό. Με αυτό τον τρόπο όμως η μικρομεσαία επιχείρηση δυσκολεύεται να βρει χρηματοδότηση και σημαντικό βαθμό δυσκολευόταν ακόμα και πριν το 2008.
Η δομή του τραπεζικού συστήματος της Γερμανίας και σε μεγάλο βαθμό και των Ηνωμένων πολιτειών είναι χαρακτηριστική. Συνυπάρχουν μεγάλες, μεσαίες και μικρές τράπεζες. Στις ΗΠΑ δραστηριοποιούνται και ενώσεις που εξειδικεύονται στην αποταμίευση και τη δανειοδότηση νοικοκυριών για αγορά κυρίως στέγης, όπως παλαιότερα το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο στην Ελλάδα. Δε δίνουν στεγαστικά δάνεια και δε δανείζουν σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις η Deutsche Bank και η Morgan Stanley. Δεν είναι αυτός ο ρόλος τους. Η μικρομεσαία επιχείρηση στη Γερμανία και στις ΗΠΑ απευθύνεται σε μια μεσαίου μεγέθους τοπική τράπεζα.
Μπορεί κάποιος να επιχειρηματολογήσει ότι οι δικές μας 4 «συστημικές» είναι ανάλογου μεγέθους με τις τοπικές Γερμανικές τράπεζες. Η αλήθεια όμως δεν είναι αυτή. Και οι τέσσερις δικές μας τράπεζες είναι αρκετά μεγάλες για να ελέγχεται η βιωσιμότητά τους απ’ ευθείαν από την ΕΚΤ. Αντίθετα στη Γερμανία το 70% του τραπεζικού συστήματος δεν ξεπερνάει το όριο και εποπτεύεται από εθνικές αρχές.
Κανείς δεν ισχυρίζεται βέβαια ότι οι μεγάλες τράπεζες κάνουν αποκλειστικά κακό στην οικονομία. Είναι και αυτές απαραίτητες. Δε μπορεί μια συνεταιριστική τράπεζα να δανείσει στη ΔΕΗ, τον ΟΣΕ ή να χρηματοδοτήσει τη ναυπήγηση ενός μεγάλου επιβατικού πλοίου. Εκεί χρειάζεται μια μεγάλη τράπεζα. Χρειάζονται και μικρές τράπεζες όμως για να χρηματοδοτήσουν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Δεν είναι τυχαίο το ότι στις ΗΠΑ και στη Γερμανία μικρομεσαία επιχείρηση θεωρείται αυτή που έχει 250-1000 εργαζόμενους, ενώ στην Ελλάδα μικρομεσαίος είναι αυτός που απασχολεί 2-10 άτομα. Έτσι όπως είναι δομημένο το χρηματοπιστωτικό σύστημα στη χώρα ο μικρομεσαίος δύσκολα θα βρει πηγή χρηματοδότησης.
[1] Υπολογίζεται ότι περίπου το 30% των εργαζομένων στην Ελλάδα είναι αυτοαπασχολούμενοι σε αντίθεση με περίπου το 10-15% σε άλλες χώρες της ΕΕ. (Πηγή: CEDEFOP, EU Labour Force Survey (2016)