Μετάβαση στο περιεχόμενο

02. Το χρήμα και η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος

Πριν ξεκινήσουμε να εξετάζουμε τους μηχανισμούς που χρησιμοποιούν οι τράπεζες για να δημιουργήσουν χρήμα θα πρέπει να διασαφηνίσουμε τι είναι το απόθεμα χρήματος μιας οικονομίας. Το απόθεμα χρήματος μιας οικονομίας είναι το σύνολο του διαθέσιμου χρήματος σε μια ορισμένη στιγμή. Αυτό περιλαμβάνει τα κέρματα και τραπεζογραμμάτια που βρίσκονται σε κυκλοφορία καθώς και τις καταθέσεις που μπορούν να αποσυρθούν άμεσα από τα πιστωτικά ιδρύματα στα οποία και διατηρούνται.

Αντίθετα με την ευρέως διαδεδομένη άποψη τα κέρματα και τα χαρτονομίσματα αποτελούν ένα μικρό μόνο ποσοστό του διαθέσιμου χρήματος, το οποίο κατά κανόνα δεν υπερβαίνει το 15%. Αυτή η λανθασμένη άποψη συντηρείται κατά κόρων από τα ΜΜΕ και ιδιαίτερα από την τηλεόραση, η οποία συνοδεύει συχνά το οικονομικό ρεπορτάζ με πλάνα ενός νομισματοκοπείου που εκτυπώνει μεγάλες ποσότητες τραπεζογραμματίων. Στην πραγματικότητα οι εμπορικές τράπεζες «δημιουργούν» χρήμα μέσω του συστήματος κλασματικών αποθεμάτων βάσει του οποίου λειτουργούν.

Οι εμπορικές τράπεζες δέχονται τις καταθέσεις των πολιτών και χορηγούν δάνεια αποκομίζοντας κέρδος από τη διαφορά του επιτοκίου ανάμεσα στα επιτόκια χορηγήσεων και τα επιτόκια καταθέσεων. Τα δάνεια που χορηγούν οι τράπεζες προέρχονται λοιπόν από τις καταθέσεις μας; Η απάντηση είναι και ναι και όχι. Οι καταθέσεις μας δίνουν στις τράπεζες τη δυνατότητα να χορηγούν δάνεια. Τα τραπεζικά δάνεια όμως διαφέρουν από ένα δάνειο που θα δίναμε σε έναν φίλο μας. Αν δώσουμε σε ένα φίλο μας 100 Ευρώ αυτόματα στερούμαστε 100 Ευρώ. Το συνολικό διαθέσιμο χρήμα στην οικονομία παραμένει 100 Ευρώ. Αντίθετα αν καταθέσουμε 100 Ευρώ σε μια τράπεζα και αυτή διαθέσει στον ίδιο φίλο μας αυτά τα 100 Ευρώ δεν τα στερεί από εμάς. Τα 100 Ευρώ θα συνεχίσουν να εμφανίζονται στο λογαριασμό μας. Το διαθέσιμο ποσό στην οικονομία θα γίνει 200 Ευρώ. Στην πράξη η τράπεζα δεν μπορεί να δανείσει ποσά ίσα με τις καταθέσεις που κρατάει για να μπορεί να ανταποκρίνεται στις αιτήσεις αναλήψεων των πελατών της. Σε κανονικές συνθήκες μια τράπεζα μπορεί με ασφάλεια να δανείζει το 80% των κατατεθειμένων σε αυτήν χρημάτων. Τα χρήματα αυτά με τη σειρά τους ξανά κατατίθενται στην τράπεζα ως νέες καταθέσεις, όχι απαραίτητα στην ίδια τράπεζα, αλλά αφού το τραπεζικό σύστημα είναι ένας κλειστός κύκλος, αν δεν καταλήξουν στην ίδια θα καταλήξουν εκεί κάποια άλλα δανεικά χρήματα. Από τα 100 Ευρώ θα δημιουργηθούν 80, από τα 80 64, από τα 64 52 κλπ. Με αυτό τον τρόπο από 100 Ευρώ αρχικών καταθέσεων μπορούν να προκύψουν κάτι λιγότερα από 500 Ευρώ. Η τράπεζα έχει λοιπόν χορηγήσει δάνεια 500 Ευρώ για τα οποία εισπράττει τόκους από αρχικό κεφάλαιο 100 ευρώ, τα οποία δεν είναι καν δικά της.

Η ύπαρξη ενός σημαντικού μέρους των χρημάτων λοιπόν προϋποθέτει τραπεζικό δανεισμό. Αν δεν εγκριθούν δάνεια, δεν δημιουργείται νέο χρήμα. Περαιτέρω ο τραπεζικός δανεισμός πρέπει να αποπληρωθεί μαζί με το επιτόκιο και αφού η πλειοψηφία των χρημάτων δημιουργείται μέσω του δανεισμού η πληρωμή του επιτοκίου απαιτεί αρχικά το ροκάνισμα του αποθέματος χρήματος της οικονομίας από το τραπεζικό σύστημα και σε επόμενο στάδιο νέο τραπεζικό δανεισμό για την αποπληρωμή του προηγούμενου. Με αυτόν τον τρόπο συσσωρεύονται δυσβάσταχτα χρέη για πολίτες, επιχειρήσεις και κράτη.

Από τα παραπάνω μπορούν να απαντηθούν τα παρακάτω ερωτήματα:

α. Πως είναι δυνατόν όλα ανεξαιρέτως τα κράτη του κόσμου, η πλειοψηφία των επιχειρήσεων και των πολιτών να έχουν συσσωρεύσει χρέη προς τις τράπεζες;

β. Από που προήλθαν αυτά τα χρήματα;

Τα χρήματα αυτά δημιουργήθηκαν από το τραπεζικό σύστημα κυριολεκτικά από το πουθενά στο πλαίσιο του συστήματος κλασματικών αποθεμάτων. Το χρέος στα πλαίσια του υπάρχοντος τραπεζικού συστήματος δεν μπορεί ποτέ να γίνει βιώσιμο, ούτε να αποπληρωθεί για τον απλό λόγο ότι δεν υπάρχουν αρκετά χρήματα για την αποπληρωμή του. Αν θέλουμε να δημιουργήσουμε επί πλέον χρήματα στο πλαίσιο του υπάρχοντος τραπεζικού συστήματος θα πρέπει να δοθούν νέα δάνεια, πράγμα που οδηγεί σε εκ νέου αύξηση του χρέους κοκ

Σχολιάστε