Η αποτυχία της ελληνικής επιχειρηματικότητας στη δημιουργία θέσεων εργασίας

Πρόσφατα σε μια συνάντηση φίλων έγινε αναφορά σε γνωστό μας απόφοιτο της Γεωπονικής με βαθμό 9,5, ο οποίος όμως λόγω ατυχίας δεν είχε καταφέρει να διοριστεί στο δημόσιο ως γεωπόνος. Αυτή η παρατήρηση συνοψίζει ένα μεγάλο πρόβλημα της Ελληνικής οικονομίας.
Για πολλά χρόνια η εργασία στο δημόσιο ήταν η καλύτερη επαγγελματική προοπτική πολλών κατηγοριών επιστημόνων. Ακόμα και επιστήμονες που δεν είχαν την εργασία στο δημόσιο ως πρώτη επιλογή απολάμβαναν κρατική προστασία μέσω ρυθμίσεων που τους εξασφάλιζαν μεγαλύτερα εισοδήματα (κλειστά επαγγέλματα), δε θα ασχοληθούμε με αυτούς όμως σήμερα.
Το δημόσιο λοιπόν αποτελούσε για πολλά χρόνια, ίσως ακόμα και σήμερα, την καλύτερη προοπτική απασχόλησης για χιλιάδες επιστήμονες. Αυτό από μόνο του είναι στρέβλωση της λογικής. Η εργασία στο δημόσιο προσφέρει πλεονεκτήματα όπως η μονιμότητα και το πιο χαλαρό εργασιακό περιβάλλον, τα οποία θα πρέπει να αντισταθμίζονται από ένα χαμηλότερο μισθό. Η εργασία στον ιδιωτικό τομέα θα έπρεπε να αμείβεται τουλάχιστον 1,5 με 2 φορές περισσότερο από την εργασία στο δημόσιο.
Το παραπάνω αδιαμφισβήτητο γεγονός έχει δώσει το έναυσμα σε φιλελεύθερους αρθρογράφους για άρθρα και γελοιογραφίες όπως αυτό. Είναι όμως αυτή η μοναδική οπτική γωνία; Ασφαλώς όχι. Το δημόσιο αποτελεί ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο εργοδότη της χώρας και δίνει τον τόνο και στις υπόλοιπες επιχειρήσεις. Αν το δημόσιο ρίξει υπερβολικά τις αμοιβές των υπαλλήλων του το ίδιο θα κάνει και ο ιδιωτικός τομέας. Επιπρόσθετα, έκτος ελαχίστων εξαιρέσεων η αμοιβή μιας εργασίας στο δημόσιο δεν είναι καλοπληρωμένη. Απόδειξη ότι στο ξεκίνημα της κρίσης πρόθεση της κυβέρνησης ήταν να περικόψει τους μισθούς μόνο στα «ρετιρέ». Όταν έγινε ο λογαριασμός και βρέθηκε ότι αυτά δεν ήταν τόσα πολλά, αποφασίστηκε η γενική περικοπή των αμοιβών όλων των υπαλλήλων.
Σε αυτό το σημείο να κάνουμε μια παρένθεση και να πούμε ότι το πρόβλημα του δημοσίου δεν ήταν ποτέ οι υψηλές αμοιβές, ούτε ο μεγάλος αριθμός των υπαλλήλων. Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπήρχαν απαιτήσεις αποδοτικότητας. Ένας μηχανικός που επιβλέπει ένα έργο αξίας εκατομμυρίων ευρώ δεν είναι υπερβολικό να παίρνει €2.500/μήνα (λιγότερα ήταν). Ο υπεύθυνος προμηθειών ενός νοσοκομείου που ξοδεύει ετησίως εκατομμύρια για αγορές υλικών είναι εξευτελιστικό να αμείβεται με €1.100/μηνα. Θα μπορούσε να εξοικονομεί στον οργανισμό του τα δεκαπλάσια από όσα έβγαζε. Το πρόβλημα είναι ότι κάνεις δεν είχε απαιτήσεις από αυτούς τους υπαλλήλους να βγάλουν τα λεφτά τους και αυτοί ακολούθως δε τα έβγαζαν.
Ας επιστρέψουμε όμως στο κυρίως θέμα μας. Πως κατήντησε το δημόσιο να είναι ο καλύτερος εργοδότης της αγοράς. Το πρόβλημα δεν είναι όπως λένε ότι λείπει η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα και όλοι αποζητάνε τη θαλπωρή του δημοσίου. Η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο ποσοστό αυτοαπασχολούμενων στην Ευρώπη. Οι μικρές – οικογενειακές επιχειρήσεις κατέκλυσαν την Ελληνική οικονομία, Το πρόβλημα είναι ότι πολύ λίγες από αυτές ξέφευγαν από το επίπεδο του συνοικιακού μαγαζιού. Οι ιδιοκτήτες αναπόφευκτα ήταν αυτοί που κρατούσαν τη διοίκηση και όταν έκαναν το μεγάλο βήμα να κάνουν μια πρόσληψη έκτος της οικογένειάς τους ήταν απλώς για ένα ακόμη ζευγάρι χέρια, όχι για κάποιον που θα προσέδιδε προστιθέμενη αξία στην επιχείρησή τους. Η πρόσληψη ήταν το αναγκαίο κακό και σίγουρα ο μισθός που προσφερόταν ήταν ο ελάχιστος δυνατός. Όταν λοιπόν η πλειοψηφία των θέσεων εργασίας στην ελληνική οικονομία είναι χαμηλών απολαβών, η διέξοδος του δημοσίου γίνεται αναπόφευκτα η καλύτερη προοπτική ενός νέου επιστήμονα.
Στην Ελλάδα έχουμε το παράδοξο να έχουμε διαφορετικά όρια στο τι είναι μικρή, μικρομεσαία και μεγάλη επιχείρηση. Στην ΕΕ μικρή είναι η επιχείρηση με λιγότερους από 50 υπαλλήλους, ενώ στις ΗΠΑ η επιχείρηση με λιγότερους από 250. Στην Ελλάδα με 50 υπαλλήλους θεωρείται κάνεις μεσαίος, με 250 μεγιστάνας. Σε αυτό οφείλεται και μια από τις σημαντικότερες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας. Η αδυναμία εκμετάλλευσης του ανθρωπίνου δυναμικού της χώρας. Πολλές κατηγορίες εξειδικευμένου επιστημονικό προσωπικού μπορούν με μεγαλύτερη ευκολία να αξιοποιηθούν από μια μεγάλη οργάνωση.
Η έλλειψη μεγάλων επιχειρήσεων στην Ελλάδα είναι που οδηγεί την πλειοψηφία των κατόχων πτυχίων, μεταπτυχιακών και διδακτορικών στη μετανάστευση ή στο δημόσιο. Η επιχειρηματικότητα προβάλλεται από πολλούς φιλελεύθερους ως η διέξοδός μας από την κρίση. Δεν έχουμε όμως έλλειψη επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα. Έχουμε έλλειψη μεγάλων επιχειρήσεων που θα απορροφήσουν υψηλής ποιότητας επιστημονικό δυναμικό. Οι μεσαίες επιχειρήσεις των 1.000 υπαλλήλων στις ΗΠΑ αποτελούνται από έναν επιχειρηματία και 1.000 υπαλλήλους.
Για πολλούς λόγους, η πρόσληψη προσωπικού στην Ελλάδα είναι κατάρα που όλοι θέλουν να αποφύγουν και αυτό έκτος από το μεγάλο μη μισθολογικό κόστος της εργασίας, είναι και θέμα νοοτροπίας. Ο Έλληνας επιχειρηματίας θα πρέπει να πάψει να πιστεύει ότι είναι ο μοναδικός που μπορεί να συνεισφέρει προστιθέμενη αξία στην επιχείρησή του. Θα πρέπει να πάψει να επιθυμεί να επιβλέπει τα πάντα στην επιχείρησή του. Αυτή η νοοτροπία δεν αφήνει την επιχείρηση να επεκταθεί. Δε χρειαζόμαστε περισσότερους επιχειρηματίες. Χρειαζόμαστε μεγαλύτερους.
Εξαιρετικό άρθρο. Δυστυχώς όμως, εκτός από τους δημοσίους υπαλλήλους που τους εξυπηρετεί στην παρούσα φάση, πολύ λίγοι κατά τα άλλα θα πειστούν από αυτό ή έστω θα προβληματιστούν. Ο λόγος; Προφανής κατά τη γνώμη μου: Από το πολύ «ανάθεμα», έχει επικρατήσει πλέον η εντύπωση ότι «δημόσιος υπάλληλος = τεμπέλης, κακός επαγγελματίας, κακός υπάλληλος, διεφθαρμένος» και πολλοί άλλοι παρόμοιοι χαρακτηρισμοί.
Η αποτελεσματικότητα του υπαλλήλου και του φορέα που ανήκει, είναι η λέξη-κλειδί που θα ενθαρρύνει και τις όποιες μεταρρυθμίσεις στο ελληνικό δημόσιο. Αλλά αυτή η λέξη, από πουθενά δεν φαίνεται να απασχολεί αυτούς που υποτίθεται θα κάνουν τις επίμαχες μεταρρυθμίσεις.
Η απόλυση δημοσίων υπαλλήλων φαίνεται πλέον ότι δεν είναι ταμπού. Στα ταμπού όμως έχουν παραμείνει λέξεις όπως ηγεσία, διοίκηση επιχειρήσεων και ανθρώπινου δυναμικού, συνεργασία, υγιής ανταγωνισμός, και άλλες τέτοιες που χαρακτηρίζουν τον ελληνικό ιδιωτικό τομέα και που σχεδόν δεν τις συναντάμε.
Τέλος, είναι καιρός να ξεχωρίσει κάθε υποψήφιος φοιτητής και κυρίως οι γονείς του το συναίσθημα από την πραγματικότητα: Στην Ελλάδα που ζούμε, οι σπουδές στα ελληνικά πανεπιστήμια και ΤΕΙ, εξασφαλίζουν ένα καλύτερο ίσως μορφωτικό επίπεδο, αλλά ΤΙΠΟΤΕ περισσότερο.