Μετάβαση στο περιεχόμενο

Οι δαιδαλώδεις χρεώσεις της αγοράς ενέργειας και το νέο πακέτο ενίσχυσης των καταναλωτών ενέργειας

Οι ανακοινώσεις του Έλληνα πρωθυπουργού στις 05.05.2022 για το νέο εθνικό πρόγραμμα στήριξης για την αντιμετώπιση των ανατιμήσεων στο ηλεκτρικό ρεύμα προκάλεσαν ποίκιλα σχόλια. Με αφορμή τα πεδία παρεμβάσεων του προγράμματος θα προσπαθήσουμε να εξετάσουμε τις πηγές χρηματοδότησής του, τον τρόπο διάθεσης των κονδυλίων και τα αναμενόμενα αποτελέσματά του.

Δε θα ασχοληθούμε καθόλου με την επιστροφή μέρους των αυξήσεων για τις καταναλώσεις Δεκεμβρίου – Μαίου σε μέρος των ιδιοκτητών. Η συγκεκριμένη παρέμβαση δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αποτελεί ένα επίδομα που κατά πάσα πιθανότητα θα δοθεί μέσω της δικτυακής πλατφόρμας της ααδε, όπως το οικογενειακό επίδομα. Μηδενικό ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η επιχορήγηση αντικατάστασης ενεργοβόρων ηλεκτρικών συσκευών – επέκταση του εξοικονομώ στις επιχειρήσεις, μιας και αποτελούν δράσεις που δεν έχουν άμεση σχέση με τη λειτουργία της αγοράς ενέργειας στη χώρα.

Το «ζουμί» βρίσκεται στην φορολόγηση κατά 90% των «υπερεσόδων», όπως ονομάστηκαν των εταιρειών ενέργειας και στην ουσιαστική αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής για ένα χρόνο.

Ας πιάσουμε πρώτα την φορολόγηση των υπερεσόδων. Έχουμε δει σε παλαιότερο άρθρο τη λειτουργία του χρηματιστηρίου ενέργειας στην Ελλάδα και τους τρόπους με τους οποίους παράγει ασύλληπτα περιθώρια κέρδους στις εταιρείες – παραγωγούς ρεύματος στη χώρα. Θα μπορούσε κάποιος με ευκολία να προσδιορίσει τη διαφορά μεταξύ των προσφορών των παραγωγών ρεύματος και της τιμής εκκαθάρισης αγοράς. Η προσέγγιση αυτή όμως δεν μπορεί να γίνει βάση για φορολόγηση του περιθωρίου. Οι παραγωγοί ρεύματος, οι οποίοι είναι ταυτόχρονα και πωλητές του μπορούν δικαίως να ισχυριστούν ότι μεγάλο κομμάτι του περιθωρίου αυτού το έχουν ήδη επιστρέψει στους πελάτες τους μέσω προσφορών και ελαφρύνσεων που προσφέρουν. Επιπρόσθετα η τιμή με την οποία προσφέρουν το ρεύμα στο χρηματιστήριο ενέργειας δεν αντιστοιχεί στο κόστος τους συν ένα περιθώριο κέρδους, αλλά σε μια τιμή που ορίζουν οι ίδιοι αυθαίρετα. Από αυτή την άποψη το χρηματιστήριο ενέργειας δεν είναι ένα χρηματιστήριο, όπως το έχουμε στο μυαλό μας. Σε ένα χρηματιστήριο αξιών ο αγοραστής δεν είναι υποχρεωμένος να αγοράσει αν η τιμή του φαίνεται πολύ υψηλή. Στην ενέργεια η ζήτηση είναι εν πολλοίς ανελαστική. Επιπρόσθετα ενώ σε οποιοδήποτε άλλο χρηματιστήριο η κάθε αγοροπωλησία γίνεται σε διαφορετική τιμή, στην ενέργεια όλες οι αγοραπωλησίες πραγματοποιούνται στην υψηλότερη τιμή. Αυτό σημαίνει ότι αυτή τη στιγμή οι παραγωγοί που λειτουργούν αποσβεσμένες μονάδες με χαμηλό λειτουργικό κόστος επωφελούνται μεγάλου περιθωρίου και δεν έχουν όμως κίνητρο να ανεβάσουν τις τιμές τους. Γνωρίζουν ότι κάποιοι συνάδελφοί τους, οι οποίοι λειτουργούν μονάδες φυσικού αερίου θα ανεβάσουν τις τιμές και θα επωφεληθούν και οι ίδιοι. Σε περίπτωση που αποφασιζόταν να φορολογηθεί το περιθώριο μεταξύ των τιμών προσφοράς στις δημοπρασίες του χρηματιστηρίου ενέργειας και της τιμής εκκαθάρισης αγοράς θα εμφανιζόταν ξαφνικά σημαντικές αυξήσεις τιμών που προσφέρουν οι παραγωγοί ρεύματος από υδροηλεκτρικά και λιγνιτικές μονάδες. Ορθώς λοιπόν δε χρησιμοποιήθηκε το περιθώριο μεταξύ τιμής προσφοράς και τιμής εκκαθάρισης. Η λύση που προκρίθηκε είναι να ανατεθεί στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας ο προσδιορισμός των υπερεσόδων των καθετοποιημένων εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας.

Η ΡΑΕ από την πλευρά της παρέδωσε τους καρπούς της έρευνάς της στον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας και το κοινοποίησε στην επιτροπή Θεσμών και διαφάνειας της Βουλής στις 06.05.2022. Η ανάλυση της ΡΑΕ είναι αρκετά εκτενής (μπορεί να εντρυφήσει κανείς σε αυτήν εδώ), βασίζεται όμως στα δημοσιευμένα αποτελέσματα χρήσης των εταιρειών ρεύματος, τα οποία σημειωτέων παρουσιάζονται στην έκθεση ως μειωμένα το 2021 σε σχέση με το 2020. Τονίζεται βέβαια ότι η ίδια η αρχή δεν έχει την αρμοδιότητα (ούτε την επιστημονική́ εξειδίκευση) λογιστή́ ώστε να σχολιάσει το ορθό́ και το εύλογο των εγγράφων των οικονομικών καταστάσεων. Η κερδοφορία των συμμετεχόντων στις οικονομικές καταστάσεις επηρεάζεται από́ εγγραφές, όπως το χρηματοοικονομικό́ κόστος, επιμερισθέντα έξοδα Διοίκησης, αποσβέσεις, συναλλαγματικές διάφορες και λοιπά́ έξοδα, τα οποία αποτελούν λογιστική́ αποτύπωση ευρυτέρων επιχειρηματικών αποφάσεων και δεν σχετίζονται άμεσα με το περιθώριο κέρδους στην δραστηριότητα της παραγωγής. Επιπρόσθετα τονίζεται ότι η ΡΑΕ δεν θεωρεί ότι η σύγκριση των οικονομικών καταστάσεων με αυτά́ των προηγουμένων ετών αρκεί για την εξέταση της πιθανής αυξημένης κερδοφορίας κατά́ την περίοδο της ενεργειακής κρίσης, καθώς οι οικονομικές καταστάσεις αφορούν όλο το έτος 2021 και όχι την υπό εξέταση περίοδο της ενεργειακής κρίσης (Οκτώβριος 2021-Μάρτιος 2022) και όπως προαναφέρθηκε, περιλαμβάνουν χρεοπιστώσεις που δεν σχετίζονται άμεσα με τη συμμετοχή́ των εταιρειών στην χονδρεμπορική αγορά. 

Ο αναλυτικός Πίνακας των οικονομικών αποτελεσμάτων των καθετοποιημένων μονάδων παρουσιάζεται παρακάτω

Βλέπουμε λοιπόν ότι σύμφωνα με την έκθεση της ΡΑΕ δεν μπορούν να εντοπιστούν ασυνήθιστα κέρδη. Οι όποιες αυξήσεις εσόδων από την παραγωγή αντισταθμίζονται από απώλειες στην προμήθεια ρεύματος και οι εταιρείες ρεύματος έχουν και αυτές ζημιωθεί από την ενεργειακή κρίση, καθώς δείχνουν να έχουν περάσει όλες τις ωφέλειες που αποκόμισαν από την παραγωγή ρεύματος στους πελάτες τους. Οι οικονομικές καταστάσεις βέβαια μπορούν με ευκολία να «μαγειρευτούν», όπως τόνισε η αρχή παραπάνω και οποιαδήποτε προσπάθεια φορολόγησης κερδών, ο υπολογισμός των οποίων βασίζεται στη συγκεκριμένη έκθεση θα έπασχε πολλαπλώς.

Ανατέθηκε λοιπόν στη ΡΑΕ ένα έργο και αυτή αποκρίθηκε «Εμείς δεν είμαστε λογιστές, ούτε εφοριακοί. Δε βαριόμαστε να δουλέψουμε και σας παραδίδουμε μια εκτενή έκθεση για του λόγου το αληθές, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε αυτό που μας ζητάτε». Ο πρόεδρος της αρχής κλείνει μάλιστα την παρουσίασή του στην επιτροπή της βουλής με τη φράση «Ελπίζουμε να είμαστε αποτελεσματικοί και χρήσιμοι στον τόπο». Η φορολόγηση των υπερκερδών προς το παρόν φαίνεται να προσκρούει σε τοίχο. Ας περάσουμε λοιπόν στην ουσιαστική αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής, όπως αναφέρθηκε σε αυτήν ο πρωθυπουργός. Πως θα λειτουργήσει, πως θα χρηματοδοτηθεί και τι αποτελέσματα θα φέρει.

Σε αυτό το σημείο δυστυχώς τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο θολά και αόριστα. Ο πρωθυπουργός δεν μίλησε για μια πραγματική κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής, αλλά για μια ουσιαστική αναστολή της. Δεν έχει προσδιοριστεί το τεχνικό σχήμα που θα οδηγήσει στη μείωση των λογαριασμών ρεύματος. Γίνεται αναφορά σε ένα σύστημα που θα αποσυνδέει τις διεθνείς αυξήσεις του φυσικού αερίου από τους λογαριασμούς ρεύματος στη χώρα, θέτοντας ένα έμμεσο πλαφόν και σταθεροποιώντας τις τιμές που φτάνουν στον καταναλωτή. Γίνεται εκτίμηση για το κόστος του πακέτου στήριξης, το οποίο θα κυμαίνεται γύρω στα 4-5 δισεκατομμύρια, αλλά δε γίνεται αναφορά στο πως θα διατεθούν. Γνωρίζουμε μόνο από που θα προέλθουν. Από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης και από τον κρατικό προϋπολογισμό. Υπάρχουν προσδοκίες ότι μέρος του ποσού θα προέλθει από την φορολόγηση των υπερεσόδων των παραγωγών ενέργειας, αλλά όπως είδαμε παραπάνω το εγχείρημα φαντάζει αυτή τη στιγμή δύσκολο.

Γνωρίζουμε ότι τα χρήματα του προϋπολογισμού προέρχονται είτε από τις τσέπες μας είτε από δάνεια τα οποία θα μας επιβαρύνουν στο μέλλον. Αυτή τη στιγμή (Μάιος 2022) το δημόσιο χρέος της χώρας, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, βρίσκεται στο 193%. Θυμίζουμε ότι μπήκαμε στο πρώτο μνημόνιο με χρέος γύρω στο 134% και τα αλλεπάλληλα προγράμματα που επιβλήθηκαν μας έφεραν σε αδιέξοδο, στο χείλος της οικονομικής καταστροφής με το δημόσιο χρέος κοντά στο 180%. Η λογική που έκανε το δημόσιο χρέος μη βιώσιμο το 2010 και βιώσιμο το 2022 πραγματικά ξεφεύγει κάθε φαντασίας. Είναι απορίας άξιο πως μια κυβέρνηση που αυτοαποκαλείται αριστερή και παρέλαβε το χρέος το 2015 γύρω στο 180% και το παρέδωσε τέσσερα χρόνια αργότερα στα ίδια επίπεδα αποκαλείται ανεύθυνη, ενώ μια δεξιά κυβέρνηση έχει βάλει τάξη τα τελευταία χρόνια στα δημόσια οικονομικά της χώρας εκτοξεύοντας το δημόσιο χρέος μέχρι και στο 206%, ενώ σχεδιάζει πρόγραμμα μαμούθ από το 193%. Η χρηματοδότηση του προγράμματος από τον προϋπολογισμό κατά πάσα πιθανότητα θα μας γυρίσει μπούμερανγκ στο κοντινό μέλλον. Τι ισχύει όμως με τα χρήματα που θα προέλθουν από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης;

Σε αυτό το σημείο αξίζει να κάνουμε μια αναφορά στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης. Τί είναι λοιπόν αυτό το ταμείο; Η δημιουργία του ταμείου ανακοινώθηκε πρόσφατα από τον πρωθυπουργό, στα πλαίσια της 85ης ΔΕΘ, το Σεπτέμβριο του 2021. Τα χρήματα σε αυτό το ταμείο δεν εμφανίζονται προφανώς από το πουθενά. Προέρχονται κατά βάση από τον κρατικό προϋπολογισμό και από έσοδα προερχόμενα από τις δημοπρασίες δικαιωμάτων ρύπων. Για τα έσοδα από τον προϋπολογισμό ισχύουν όσα αναφέραμε στην προηγούμενη παράγραφο. Για τα έσοδα από τις δημοπρασίες ρύπων δεν μπορεί να πει κανείς πολλά. Τα δικαιώματα που συμβάλλουν στην αύξηση του κόστους του ρεύματος, τα οποία φυσικά οι παραγωγοί ρεύματος περνάνε στους εμπόρους και αυτοί στους καταναλωτές, θα επιστρέψουν ξανά στους καταναλωτές. Θα δημιουργήσουμε λοιπόν έναν κύκλο με τον οποίο τα χρήματα των καταναλωτών θα πηγαίνουν στους εμπόρους ρεύματος, αυτοί θα τα κατευθύνουν στους παραγωγούς, μέσω του χρηματιστηρίου ενέργειας, οι οποίοι θα πληρώνουν δικαιώματα ρύπων μέσω του χρηματιστηρίου ρύπων, για να χρηματοδοτείται το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης, το οποίο θα επιστρέφει με έναν αδιευκρίνιστο ακόμη τρόπο χρήματα στους καταναλωτές. Δημιουργείται έτσι μια ροή χρήματος με τουλάχιστον 4-5 συμμετέχοντες και δύο χρηματιστήρια, με ένα σημαντικό διαχειριστικό κόστος στο ενδιάμεσο για να ελαφρυνθεί ο καταναλωτής με τα δικά του χρήματα. Ας καταργούσαμε τα δικαιώματα ρύπων για να γλιτώναμε αυτή την αλυσίδα, η οποία δεν παράγει απολύτως καμία αξία. Μπροστά σε αυτόν το παντελώς μάταιο κύκλο οι μεσάζοντες που λοιδωρούνταν από τα κανάλια την εποχή του πολέμου κατά της ακρίβειας προσφέρουν σημαντική προστιθέμενη αξία και κοινωνική χρησιμότητα.

Σημειώνουμε σε αυτό το σημείο ότι σύμφωνα με την οδηγία 202/358/ΕΚ, το σύστημα εμπορίας ρύπων θεσπίστηκε έτσι ώστε αυξάνοντας το κόστος, να λειτουργήσει ως αντικίνητρο στη χρήση τεχνολογιών που παράγουν αέρια του θερμοκηπίου. Εμείς θα τα χρησιμοποιήσουμε για να επιδοτήσουμε τους καταναλωτές να πληρώσουν το ακριβό ρεύμα που παράγεται από φυσικό αέριο, για τη χρήση του οποίου χρειάζεται να αγοραστούν δικαιώματα ρύπων. Σίγουρα αξίζουν συγχαρητήρια στον φωστήρα που το σκαρφίστηκε.

Η χρηματοδότηση λοιπόν του πακέτου στήριξης είναι πολλαπλώς προβληματική. Για να δούμε όμως τι αποτέλεσμα θα έχει. Υπάρχουν δύο βασικά σενάρια για τον τρόπο διάθεσης των χρημάτων του πακέτου. Το πρώτο είναι η διάθεσή τους στην πηγή, δηλαδή στους παραγωγούς ρεύματος, έτσι ώστε να ρίξουν τις τιμές χονδρικής και η δεύτερη είναι η διάθεσή του απευθείας στους εμπόρους ρεύματος, παρέχοντας έτσι έκπτωση στους λογαριασμούς, περίπου δηλαδή όπως λειτουργεί το σύστημα μέχρι σήμερα, αλλά σε μεγαλύτερη κλίμακα και χωρίς τους υπάρχοντες περιορισμούς.

Όποιο από τα δύο σενάρια όμως και αν προτιμηθεί δε θα άρει κανένα από τα δομικά προβλήματα της αγοράς ενέργειας της χώρας. Δε θα αποδεσμεύσει ούτε μία κιλοβατώρα από το χρηματιστήριο ενέργειας, αφήνοντας τη χώρα μας τη μόνη χώρα στην Ευρώπη η οποία κατευθύνει ολόκληρη την ηλεκτροπαραγωγή της στο χρηματιστήριο, με τις υπόλοιπες χώρες να έχουν περιθωριοποιήσει το χρηματιστήριο ενέργειάς τους κάτω από το 20%, προς όφελος των πολιτών τους. Αντίθετα ο ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο αφήνει τον Έλληνα καταναλωτή έρμαιο τριών χρηματιστηρίων (ενέργειας – ρύπων – φυσικού αερίου), αλλά επιδοτεί τη σπέκουλα και την αδιαφάνεια που αναπτύσσεται στην αγορά ενέργειας. Τουλάχιστον μέχρι σήμερα οι παίκτες στην αγορά ενέργειας είχαν ένα άγχος. Φούσκωναν μεν τους λογαριασμούς μας, ήξεραν όμως ότι από ένα σημείο και μετά δεν θα μπορούσαμε να πληρώσουμε. Και χωρίς να πληρώνουμε δε θα μπορούν να αποκομίζουν κέρδη. Η στιγμή της στάσης πληρωμών έχει προφανώς φτάσει για μια πολύ μεγάλη μερίδα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Σε αυτό το σημείο έρχεται το «πακέτο Μητσοτάκη», χωρίς να εισάγει καμία δικλίδα ασφαλείας στο σύστημα να επιχορηγήσει την αισχροκέρδεια με πέντε δισεκατομμύρια δικά μας χρήματα. Οι μετέχοντες στην αγορά ενέργειας μπορούν να ανεβάζουν πλέον τις τιμές τους μέχρι να εξαντληθούν τα 5 δις που θα τους δώσει ο πρωθυπουργός.

Δυστυχώς βλέπουμε μια φιλελεύθερη κυβέρνηση, η οποία ερχόμενη αντιμέτωπη με ένα δυσλειτουργικό σύστημα, αντί να το μεταρρυθμίσει, δυσαρεστώντας προφανώς κάποια ισχυρά και εδραιωμένα συμφέροντα, προτιμάει να ρίξει στα τυφλά 5 δισεκατομμύρια κρατώντας και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο, στέλνοντας βεβαίως το λογαριασμό σε μια αδιευκρίνιστη στιγμή στο μέλλον.

Καλά θα πάει και αυτό …

No comments yet

Σχολιάστε