Το νέο παραγωγικό τοπίο – Μέρος Α’: Η αποβιομηχάνιση της δύσης

Πολύς λόγος γίνεται για το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία καταναλώνει περισσότερα από όσα παράγει. Ένας σημαντικός αριθμός παραγωγικών μονάδων που λειτουργούσαν στην Ελλάδα έχουν είτε κλείσει είτε μεταφερθεί στο εξωτερικό. Τι οδήγησε όμως σε αυτήν την εξέλιξη; Είναι δυνατή η αναστροφή της κατάστασης;
Η μεγάλη αποβιομηχάνιση της χώρας ξεκίνησε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 80’ και ολοκληρώθηκε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 90’. Ήταν όμως αυτό αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο; Η απάντηση είναι όχι. Αυτό είναι κάτι που συνέβη ταυτόχρονα σε ολόκληρο σχεδόν το δυτικό κόσμο. Ο αρχικός λόγος που οι δυτικές βιομηχανίες μεταφέρθηκαν στην ανατολική Ευρώπη και την άπω ανατολή ήταν ο περιορισμός του εργατικού κόστους. Γιατί όμως δεν μεταφέρθηκαν στην Αφρική, όπου το εργατικό κόστος είναι κατά τεκμήριο μικρότερο;
Η απάντηση είναι ότι το μικρό εργατικό κόστος δεν ήταν το μοναδικό κριτήριο. Απαραίτητη ήταν επίσης η ύπαρξη υποδομών που θα υποστήριζαν τη βιομηχανική παραγωγή. Οι ανατολικές χώρες ήταν πολύ ελκυστικές από αυτή την άποψη γιατί παρείχαν και εκτεταμένο δίκτυο υποδομών, δρόμους, αεροδρόμια, λιμάνια, αλλά και εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Οι χώρες της άπω ανατολής και συγκεκριμένα η Κίνα, η οποία έχει εξελιχθεί ίσως στην πιο ισχυρή βιομηχανική οικονομία του κόσμου, μπορεί να μην είχαν σε ίδιο βαθμό ανεπτυγμένες υποδομές και εργατικό δυναμικό, είχαν όμως άμεση πρόσβαση στην μεγαλύτερη αγορά του κόσμου, τις ΗΠΑ. Η Ινδική χερσόνησος ήταν πολύ ελκυστική λόγω της ύπαρξης ενός πολύ μεγάλου αριθμού εργαζομένων με γνώση της αγγλικής γλώσσας, κάνοντας έτσι δυνατή την εγκατάσταση εκεί υπηρεσιών τηλεφωνικής υποστήριξης μεγάλου αριθμού αγγλοσαξονικών εταιρειών.
Η μεταφορά της παραγωγής έγινε μετά την άρση των περιορισμών στην κίνηση των κεφαλαίων και των αγαθών. Πριν τη δεκαετία του 80’ υπήρχαν μεγάλοι περιορισμοί στην ελεύθερη διακίνηση προϊόντων. Δασμοί επιβάρυναν τα εισαγόμενα σε όλες σχεδόν τις δυτικές οικονομίες προϊόντα. Αυτοί οι περιορισμοί άρθηκαν σταδιακά προς όφελος της ανάπτυξης του ελεύθερου εμπορίου. Αρκετές βιομηχανίες έφυγαν από τις δυτικές χώρες εκμεταλλευόμενες τη δυνατότητα που τους δινόταν να εισάγουν τα προϊόντα τους σε οποιαδήποτε χώρα χωρίς να επιβαρύνονται με δασμούς. Αυτοί οι δασμοί στην ουσία προστάτευαν τα εντόπια προϊόντα και κατ’ επέκταση τις εντόπιες θέσεις εργασίας.
Η κατάργηση όμως των δασμών είχε ξεκινήσει από την αρχή του 20ου αιώνα. Τι εμπόδισε τη μεταφορά της παραγωγής τότε; Επιπρόσθετα υπάρχουν ακόμα πολλές βιομηχανίες που δεν έχουν «μεταναστεύσει». Γιατί εξακολουθεί η Γερμανία πχ να είναι ακόμα βιομηχανικά αναπτυγμένη; Η απάντηση είναι ότι το χαμηλό εργατικό κόστος από μόνο του δεν προσφέρει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε μια επιχείρηση. Επιπρόσθετα μόλις τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκαν οι τεχνολογίες της πληροφορικής και των επικοινωνιών που επιτρέπουν την οργάνωση μιας επιχείρησης και της παραγωγής της σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η οργάνωση της βιομηχανικής παραγωγής είναι πολύ πιο περίπλοκη από το χτίσιμο ενός εργοστασίου, την αγορά μηχανημάτων και την πρόσληψη προσωπικού. Στις περισσότερες περιπτώσεις η ύπαρξη υποστηρικτικών παραγόντων είναι εξίσου σημαντική, ιδιαίτερα στην κατασκευή προϊόντων υψηλής τεχνολογίας. Τα παραγόμενα προϊόντα είναι φύσει αδύνατο να παραχθούν από μια εργοστασιακή μονάδα. Είναι απαραίτητη η προμήθεια εξαρτημάτων από άλλες μονάδες. Αυτές οι μονάδες ακόμα και σήμερα πρέπει να βρίσκονται σε σχετική εγγύτητα με την μονάδα κατασκευής του τελικού προϊόντος. Η εγγύτητα των εργοστασίων των προμηθευτών είναι πολύ σημαντικός παράγοντας. Επιτρέπει όχι μόνο την ελαχιστοποίηση του κόστους μεταφοράς των διαφόρων εξαρτημάτων, αλλά και την καλύτερη συνεργασία κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού νέων προϊόντων.
Μια αυτοκινητοβιομηχανία δεν είναι εύκολο να αναπτυχθεί μακριά από βιομηχανίες που κατασκευάζουν ελαστικά, ταχύμετρα, αμορτισέρ ή υαλικά. Μια βιομηχανία που κατασκευάζει κινητά τηλέφωνα δεν μπορεί να αναπτυχθεί μακριά από εταιρείες που κατασκευάζουν μπαταρίες λιθίου, οθόνες, υαλικά, μνήμες κλπ. Επιπρόσθετα η εγγύτητα κάνει πολύ εύκολη η εξεύρεση εξειδικευμένου προσωπικού. Αν μια βιομηχανία χρειάζεται έναν έμπειρο μηχανικό, υπάρχουν πολλοί διαθέσιμοι με εμπειρία σε παραπλήσιες με αυτήν βιομηχανίες.
Αυτός είναι και ο λόγος που εξακολουθούν να κατασκευάζονται αυτοκίνητα και βαρέα μηχανήματα στη Γερμανία και την κεντρική Ευρώπη γενικότερα. Είναι τόσο πολλές οι βιομηχανίες που συνεργάζονται για την κατασκευή αυτών των προϊόντων και τόσο ανεπτυγμένη η τεχνογνωσία για την κατασκευή τους στην κεντρική Ευρώπη, που δεν είναι καθόλου εύκολο να μεταφερθεί στην Άπω Ανατολή. Δεν είναι όμως δύσκολο να μεταφερθούν στην ανατολική Ευρώπη, πράγμα που βλέπουμε να γίνεται σταδιακά τα τελευταία 20 χρόνια, μετά την κατάρρευση των κομουνιστικών καθεστώτων.
Αντίθετα με την κατασκευή βαρέων μηχανημάτων, η κατασκευή ηλεκτρονικών απαιτεί εντελώς διαφορετικά εξαρτήματα. Το γεγονός ότι αυτή η αγορά άρχισε να γιγαντώνεται κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 90’, μετά δηλαδή από την επικράτηση του ελεύθερου εμπορίου επέτρεψε την ανάπτυξη δικτύου βιομηχανιών κατασκευής ηλεκτρονικών, εξ’ αρχής στην Ασία, παρόμοιο με το δίκτυο μονάδων κατασκευής βαρέων μηχανημάτων στην κεντρική Ευρώπη.
Επιπρόσθετα είναι πολύ εύκολη η μεταφορά σε χώρες χαμηλού εργατικού κόστους, βιομηχανιών που παράγουν προϊόντα σχετικά απλά στην κατασκευή τους από την άποψη των πρώτων υλών που είναι απαραίτητες. Η παραγωγή ρούχων, πλαστικών ή αθλητικών ειδών, η οποία δεν εξαρτάται από την ύπαρξη εξειδικευμένων εξαρτημάτων μπορούν με ευκολία να μεταφερθούν σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου.
Είναι όμως εύκολη η επιστροφή αυτών των βιομηχανιών στις δυτικές χώρες; Στην περίπτωση των απλών βιομηχανικών προϊόντων η απάντηση είναι απλή. Ναι. Το μόνο που χρειάζεται είναι το κλείσιμο των εθνικών οικονομιών. Η επιβολή δασμών στα εισαγόμενα προϊόντα, έτσι ώστε να γίνει ασύμφορη η διατήρηση της παραγωγής τους σε χώρες χαμηλού εργατικού κόστους. Αυτή η πρόταση βέβαια θα προκαλούσε σφοδρές αντιδράσεις από τους ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες, που επωφελούνται από το άνοιγμα των αγορών, και από τους υπέρμαχους της «ελεύθερης» οικονομίας που προωθούν τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου.
Στην περίπτωση της παραγωγής ηλεκτρονικών τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα. Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της κίνας με μεγάλη δυσκολία μπορεί να αντισταθμιστεί από την επιβολή υψηλών δασμών.
Εκτός από το μεγάλο δίκτυο συνεργατικών βιομηχανιών που έχουν αναπτυχθεί στην άπω ανατολή και ιδιαίτερα στην Κίνα, υπάρχει και ένας άλλος πολύ σημαντικός παράγοντας που έλκει τις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας. Η τεράστια ευελιξία που προσφέρουν τα κινέζικα εργοστάσια.
Η ευελιξία αυτή δεν είναι τόσο απαραίτητη στους άλλους κατασκευαστικούς κλάδους. Στον κλάδο της υψηλής τεχνολογίας όμως που ένα προϊόν απαξιώνεται με μεγάλη ταχύτητα, που ένα καινούριο τηλέφωνο γίνεται παλιό σε λίγες εβδομάδες, που ο ανταγωνισμός είναι ταχύτατος στην αντιγραφή ενός προϊόντος ακόμα και οι μέρες μετρούν. Η ταχύτητα με την οποία τα κινέζικα εργοστάσια προσαρμόζονται στις απαιτήσεις και τις προδιαγραφές που θέτει ο εκάστοτε πελάτης είναι πραγματικά εντυπωσιακή. Η διάκριση μεταξύ μεσαίου μεγάλους πόλεων και εργοστασίων είναι πολύ δύσκολη. Υπάρχουν εργοστάσια ηλεκτρονικών με 220.000 εργαζόμενους, οι οποίοι ζούνε μέσα στις εγκαταστάσεις της εταιρείας.
Ένα κινέζικο εργοστάσιο μπορεί να προσαρμόσει την παραγωγή του στις απαιτήσεις του εκάστοτε πελάτη μέσα σε λίγες ώρες, τη στιγμή που το διάστημα προσαρμογής για ένα αντίστοιχο Αμερικάνικο είναι δύο με τρεις εβδομάδες. Η πρόσληψη προσωπικού είναι πολύ εύκολη, όπως επίσης και η απόλυσή του. Σε περίπτωση που χρειάζονται επί πλέον εργατικά χέρια ο εργοδηγός απλώς μπαίνει με μια σφυρίχτρα στους κοιτώνες της εταιρείας και ξυπνάει τον κόσμο. Οι εργαζόμενοι ζούνε σε εγκαταστάσεις που δε διαφέρουν από ένα στρατώνα.
Η εργασία βέβαια υπό τέτοιες συνθήκες είναι το όνειρο του κάθε νεαρού Κινέζου, ο οποίος ζούσε σε πολύ χειρότερες συνθήκες στις επαρχίες τις δυτικής Κίνας. Η δωδεκάωρη καθημερινή εργασία σε ένα εργοστάσιο μπορεί να είναι εξοντωτική, είναι όμως ασύγκριτα καλύτερη από ολοήμερη εργασία σε ένα χωράφι με τους γονείς του να τον καταδυναστεύουν, να λαμβάνουν όλες τις σημαντικές αποφάσεις για τη ζωή του από τη μόρφωση, τη διαχείριση των οικονομικών του, έως και το γάμο του. Τουλάχιστον στα εργοστάσια της ανατολικής Κίνας είναι ελεύθερος να διασκεδάσει στον ελεύθερο χρόνο του, να διαχειριστεί τα δικά του χρήματα και να καθορίσει μόνος του τη ζωή του.
Η ευελιξία λοιπόν την οποία θα πρέπει να αποκτήσουμε για να ανταγωνιστούμε την κινέζικη οικονομία προϋποθέτει τη μετατροπή μας σε κάτι παραπάνω από μισθωτούς σκλάβους. Το καλό είναι ότι ακόμα και σε αυτές τις χώρες οι συνθήκες εργασίας βελτιώνονται με το χρόνο, αλλά δυστυχώς είναι τόσο μεγάλο το τμήμα του παγκοσμίου πληθυσμού που ζει σε άθλια κατάσταση και προσφέρεται για εκμετάλλευση, και τόσο μεγάλη η ευκολία με την οποία το κεφάλαιο μπορεί να μεταναστεύει, που δεν πρόκειται να εμφανισθούν εξισορροπητικές τάσεις σύντομα.
Πολύ διαφωτιστικό.
Μιλάτε για αναστροφή της κατάστασης (αποβιομηχάνιση). Γιατί συνδέεται αποκλειστικά η παραγωγή της Ελληνικής Οικονομίας με τη βιομηχανική παραγωγή; Δεν υπάρχει η δυνατότητα ανάπτυξης της οικονομίας με παραγωγή μη βιομηχανικών αγαθών ή υπηρεσιών; Μήπως, δηλαδή, αντί να προσπαθήσουμε να ανταγωνιστούμε τους κινέζους σε κάτι που είναι (θεωρητικά τουλάχιστον) ανίκητοι, να στραφούμε σε άλλες μορφές παραγωγής/ανάπτυξης;
Υπηρεσίες λοιπόν. Μα η Ελληνική οικονομία μόνο αυτό παρήγαγε τελευταία. Αλλά σε ποιους να τις πουλήσεις όταν τα μεσαία εισοδήματα παγκοσμίως εξανεμίζονται. Τα χαμηλά εισοδήματα που τα αντικαθιστούν δεν έχουν χρήματα να ξοδέψουν και τα υψηλά εισοδήματα που αυξάνονται δεν μπορούν να δημιουργήσουν αρκετή ζήτηση για όλους μας ..